Το πρόσωπο σου, σημαδεμένο με ασχήμια.
Γεύση από αίμα στο δρόμο μιας σακατεμένης λαλιάς.
Εκεί, όπου τα χέρια κοιτούν τον ουρανό, τα πόδια λυγισμένα είναι στη γη.

Σε κύκλο προχωρά συντρίμμια ματωμένα να δει.
Δανείζει φορεσιά. Δείχνει, Σκίζει.

Αυτός που περνιέται για δυο, έναν έχει φόβο.
Γεμάτος με αγύρτες, πάντα ζητιάνος αρνείται τον μόνο.
 
Πόσο θα ήθελα την ικανότητα της παραβολής.
Της απάτης, της λήθης, της μνήμης.
  
Σ’ εκείνη που σε θέλησε για μία στιγμή.
Σ’ εκείνη που ήταν υπεροχή.

Σ’ εκείνον που φοβάται να ζει.
Nα βλέπει θάνατο σε κάθε ανατολή.

Φύγε μακριά μου ψυχή, αφού θα μείνω για πάντα εκεί.